Οχι μόνο δεν είναι συγκυριακό γεγονός η παρουσία του αμερικανού αντιπροέδρου στην περιοχή (και ειδικότερα στην Τουρκία) παραμονές της ελληνοτουρκικής συνόδου κορυφής, αλλ’ αντιθέτως σηματοδοτεί: Αφενός, την αυξημένη ανησυχία της υπερδυνάμεως για τα δρώμενα στη διακεκαυμένη μεσανατολική ζώνη κι ευρύτερα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Και αφετέρου, τη δεδομένη βούληση για ενισχυμένη παρέμβαση στις εξελίξεις. Με προφανή την πρόθεση α) να προλάβει επαπειλούμενες επικίνδυνες υποτροπές και β) να διαμορφώσει κατά το δοκούν το επιθυμητό (για την ίδια) στρατηγικό τοπίο. Κατ’ ακρίβεια, να το επαναδομήσει στη βάση των νέων δεδομένων, που με ταχύτητα (και τραχύτητα) τείνουν ν’ αναδυθούν από τις ραγδαίες ανατροπές και τα παράγωγα που ανακύπτουν.

Κι ενώ η ακτίνα των αμερικανικών σχεδιασμών είναι (λόγω και του ψυχροπολεμικού κλίματος που επανακάμπτει στις σχέσεις με τη Ρωσία) εκτός ιδικής μας εμβελείας, εντούτοις μεγάλο μέρος τους μάς αφορά. Καίρια. Και με αμεσότητα μάλιστα. Που σημαίνει πως: οι όποιες εν προκειμένω στρατηγικές επιλογές θα επιδράσουν ανάλογα στα καθ’ ημάς.

Και οπωσδήποτε κατά τρόπο που θ’ αφήσει αδρό το αποτύπωμα στις οποιεσδήποτε ρυθμίσεις ενδεχομένως προαχθούν. Σε σχέση πάντα με κρίσιμα εθνικά μας συμφέροντα και προοπτικές.

Αυτά πρέπει –στα πλαίσια οποιασδήποτε ρεαλιστικής αναλύσεως –να συνεκτιμηθούν κάτω από το φως του ευρυνόμενου τόξου τών υπό αδυσώπητη περιδίνηση εξελίξεων που προάγονται. Και που πέραν τών έως και πολυαίμακτων υποτροπών τους, αφορούν αναδιατύπωση περιφερειακών προσεγγίσεων και διαμόρφωση νέων ρόλων, ζεύξεων και ισορροπιών. Καθώς εντεύθεν των συρολιβανικών ακτών και του ισραηλοπαλαιστινιακού ηφαιστείου αναδύεται το νέο ενεργειακό τοπίο. Ή και μελλοντικό Ελντοράντο, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις. Του οποίου τα κοιτάσματα μπορεί να διαφοροποιήσουν άρδην κρίσιμα δεδομένα. Που πέραν άλλων, σχετίζονται πρωτίστως με ζωτικές ευρωπαϊκές ανάγκες. Κι επομένως με τις συμμαχικές προοπτικές.

Οπως είπε προ ημερών στον γράφοντα υψηλόβαθμη (ξένη) διπλωματική πηγή: Αυτά δεν μπορεί με τίποτα «ν’ αφεθούν στην τύχη» από τα κέντρα ισχύος της Δύσης. Και ειδικότερα τις ΗΠΑ. Που αυτή τη στιγμή –σε ό,τι αφορά το μέρος της δικής μας περιοχής –επενεργούν πρωταρχικά με «πυροσβεστική διάθεση». Προκειμένου δηλαδή ν’ αποσοβήσουν ορατά και οπωσδήποτε ανεπιθύμητα ενδεχόμενα στο σύνολο των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Που με τις νέες συγκλίσεις οι οποίες σημειώνονται (μεταξύ Ελλάδος, Αιγύπτου, Κύπρου και Ισραήλ) ήδη καθιδρύουν νέους και απολύτως ζωτικούς περιφερειακούς άξονες.

Σ’ αυτό λοιπόν το ειδικότερο φάσμα των δρωμένων, η παρουσία Μπάιντεν και οι επαφές που πραγματοποιεί θα διαβιβάζουν ευκρινές –όσο ποτέ πριν -το μήνυμα ότι οι ΗΠΑ:

1. Δεν επιθυμούν διαγκωνισμούς, δεν θ’ αποποιηθούν και δεν αποστασιοποιούνται καθόλου από τη στενή στρατηγική τους συνάρτηση με την Τουρκία. Παρά τις έως και προκλητικές παρασπονδίες της Αγκυρας και ειδικότερα τις σαφώς εξοργιστικές συμπεριφορές του Ταγίπ Ερντογάν. Που διέπονται (πέραν του υψαυχενισμού) από έως κι εχθρικές σε κάποιες περιπτώσεις διαθέσεις έναντι της Ουάσιγκτον.

2. Ενώ δεν φαίνεται να παρεμβαίνουν (και κυρίως με τους τρόπους που χαρακτήριζαν σε άλλες εποχές και περιπτώσεις την αμερικανική πολιτική), εντούτοις ατύπως (και αθορύβως) ήδη διαμεσολαβούν τόσο στο Κυπριακό όσο και στα ελληνοτουρκικά. Οπως ακριβώς και στις άχρι ρήξεως επιπλοκές στις σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ. Επιθυμώντας το ταχύτερο α) αποκατάσταση νηνεμίας στο σύνολο διασυμμαχικό πλέγμα και β) ενεργότερη παλινόρθωση σχέσεων. Για λόγους προφανείς.

Αυτό μεταφράζεται χονδρικά: α) Σε επανενεργοποίηση των διαδικασιών για ταχεία επίλυση του Κυπριακού στα πλαίσια που είχαν προχαραχθεί. Στη βάση δηλαδή διζωνικής ομοσπονδίας, με δύο συνιστώντα (και πολιτικώς ισότιμα) κρατίδια. Και β) αποτροπή επιδεινώσεων στα ελληνοτουρκικά.

Και ειδικότερα την αποφυγή μιας (ακόμη κι εξ ατυχήματος) υποτροπής. Με κατευνασμό εντάσεων και αποσόβηση «μονομερών ενεργειών». Το τελευταίο να υπογραμμισθεί. Γιατί σχετίζεται με την προοπτική θαλασσίων οριοθετήσεων.

Κι αυτά βεβαίως δεν αποτελούν αυτοσκοπό. Δεν είναι δηλαδή αυτή τελικά η αμερικανική έγνοια. Στόχος είναι: Αφενός η ανασύνταξη του στρατηγικού ελέγχου της υπερδυνάμεως στη σύνολη γεωγραφία. Οπου αυτός αμφισβητείται και από την επέλαση του σουνιτικού εξτρεμισμού και από την αντίσταση του ιρανικού άξονα. Και αφετέρου στη διαμόρφωση συνθηκών ουσιαστικής εμπλοκής α) στον προσδιορισμό, β) στην εξόρυξη και γ) στη συμμετοχική διαχείριση (και υπό κάποιαν έννοια, νομή) των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων. Με όρους γεωπολιτικής εν πολλοίς επιστασίας. Μέσω ισχυρής τοποτηρητείας. Που διεκδικούν με άμεσο τρόπο το Ισραήλ και η Τουρκία. Την επανάζευξη των οποίων επιθυμεί διακαώς ο αμερικανικός παράγοντας. Ως συντεταγμένη σταθερότητος των δικών του στρατηγικών σχεδιασμών και συμφερόντων. Κάτω από το βάρος και όσων συμβαίνουν στις ευρασιατικές παρυφές. Με την Ουκρανία να διασπάται και τη Ρωσία να επεκτείνει τις στρατηγικές της βλέψεις. Των οποίων η Κριμαία συνιστά δείκτη των επέκεινα διαθέσεων και στοχοθεσιών.

Ο Ανθος Λυκαύγης είναι δημοσιογράφος – πολιτικός αναλυτής