Στα μάτια πολλών η τακτική της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις της με την τρόικα είναι η τακτική του «ιδανικού αυτόχειρα». Απειλεί διαρκώς ότι θα αυτοκτονήσει, ενώ κατά βάθος οι πάντες γνωρίζουν ότι για μία ακόμη φορά θα το αναβάλει.

Είναι ωστόσο εντυπωσιακό το γεγονός ότι η τακτική αυτή συνεχίζεται ακόμη και λίγο πριν τελειώσουν «τα δάκρυα και ο ίδρως». Είναι δηλαδή εντυπωσιακό το γεγονός ότι έπειτα από πέντε χρόνια οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών θυσιών η χώρα δείχνει πάλι έτοιμη να καταρρεύσει, και μάλιστα λίγο πριν φτάσει στην έξοδο του τούνελ.

Στα ηγετικά κλιμάκια των δανειστών επικρατεί η εντύπωση ότι αυτό συμβαίνει επειδή τα «πολιτικά παιχνίδια» καθορίζουν εκ νέου και σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές προτεραιότητες στην Ελλάδα. Με βάση αυτή την εκτίμηση, η τρόικα έχει αυξήσει τον τελευταίο καιρό τις απαιτήσεις της και ενώ στα λόγια ενίοτε εμφανίζεται μετριοπαθής, στην πράξη απαιτεί «γην και ύδωρ».

«Εμείς παίζουμε κατενάτσιο και η τρόικα απαιτεί να βάλουμε έξι γκολ» σχολίαζε προ ημερών κυβερνητική πηγή, που άφησε ωστόσο να εννοηθεί ότι δεν έχουμε ακόμη φτάσει στο σημείο μηδέν, όπου «όλα τελείωσαν». Αυτό που εντούτοις μάλλον δείχνει να τελείωσε είναι η ψευδαίσθηση ότι οι Βρυξέλλες θα επέτρεπαν στην Αθήνα να συνεχίσει να σπεύδει βραδέως προς την επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές. Ενδεχομένως δε ώς και την εκλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας.

Ετσι οι κοινοτικοί ιθύνοντες φρόντισαν προ ημερών να ξεκαθαρίσουν ότι αν ώς το τέλος του Νοεμβρίου η Ελλάδα δεν έχει εκπληρώσει όλες τις δεσμεύσεις της, η μόνη λύση που απομένει είναι η παράταση ισχύος του υφιστάμενου Μνημονίου. Και μάλιστα κατά έναν χρόνο. Στην πράξη αυτό σημάνει ότι οι τριμηνιαίες επισκέψεις της τρόικας στην Αθήνα θα συνεχιστούν καθ’ όλη τη διάρκεια του ερχόμενου έτους, παρά τις περί του αντιθέτου δεσμεύσεις του Πρωθυπουργού.

Με βάση την ευρωπαϊκή νομοθεσία, η παράταση θα μπορούσε να είναι εξάμηνη. Ομως, κατά την άποψη των Βρυξελλών, αν η παράταση δοθεί, θα πρέπει να έχει τη διάρκεια ενός έτους. Και αυτό για «τεχνικούς λόγους» που, όπως δήλωσε κοινοτικός εμπειρογνώμονας, σχετίζονται «με τις κεφαλαιακές ανάγκες ορισμένων ελληνικών τραπεζών».

Την ανάγκη παράτασης του υφιστάμενου Μνημονίου κατά ένα έτος δεν συμμερίζονται ωστόσο οι πάντες στην ευρωζώνη. Πράγμα που σημαίνει ότι αν τελικώς υπάρξει παράταση, θα απαιτηθούν διαπραγματεύσεις μεταξύ των χωρών του ευρώ για να καθοριστούν οι σχετικοί όροι και προϋποθέσεις. Διαπραγματεύσεις ανάλογες προς αυτές που θα υπάρξουν αν τελικώς καταφέρει η ελληνική πλευρά να επιτύχει τους στόχους του Μνημονίου και να εξέλθει από αυτό, έστω και με διαφορετικό τρόπο από αυτόν με τον οποίο εξήλθαν η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.