Στις εκλογές δεν ψήφισα! Σιγά μωρέ, και τι έγινε;

Στις εκλογές ψήφισα! Σιγά μωρέ, και τι έγινε;

Στις εκλογές ψήφισα ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ. Σιγά μωρέ, και τι έγινε;

Στις εκλογές ψήφισα Χρυσή Αυγή. Σιγά μωρέ, και τι έγινε;

Σιγά μωρέ, και τι έγινε; Τι άλλαξε; Τι βελτιώθηκε; Ποιο απ’ τα όνειρά μου πραγματοποιήθηκε; Ποια απ’ τις προσδοκίες μου εκπληρώθηκε; Ποιο όραμα υλοποιήθηκε;

Η γενιά του Εμφυλίου έφτυσε το αίμα της, έχασε τα νιάτα της, πουλήθηκε, διαψεύστηκε, εξοντώθηκε ηθικά και σωματικά για μια ιδεολογία που έγινε σκόνη στον άνεμο. Αλλοι «υπέγραψαν» –κυριολεκτικά ή μεταφορικά –κι άλλοι όχι. Σιγά μωρέ, και τι έγινε; Τι άλλαξε;

Οι Λαμπράκηδες, ο Σωτήρης Πέτρουλας, η γενιά του 114. Σιγά μωρέ, και τι έγινε; Τι άλλαξε;

Η γενιά της Χούντας στην ΕΣΑ και στην Ασφάλεια της Μπουμπουλίνας. Ο Αλέκος Παναγούλης. Ο Νικηφόρος Μανδηλαράς. Ο Αντρέας Λεντάκης. Ο Σάκης Καράγιωργας, ο Μουστακλής, ο Οπρόπουλος. Η μάνα μου, η μάνα σου. Και τόσοι άλλοι. Σε ποιο σχολικό βιβλίο υπάρχουν τα ονόματά τους; Σε ποια διδακτέα ύλη καταγράφεται η παρακαταθήκη τους; Πουθενά; Σιγά μωρέ, και τι έγινε;

Η γενιά του Πολυτεχνείου –στην πλειονότητά της, τουλάχιστον –βολεύτηκε. Ισως γιατί στο DNA τους είχαν περάσει οι μάχες που χάθηκαν, οι ήττες που πιστώθηκαν. Στα χρόνια της Μεταπολίτευσης πολλοί φάγανε, πολλοί ήπιανε, ελάχιστοι λογοδότησαν κι ακόμα λιγότεροι πήγαν φυλακή. Πολλοί εισπράξανε, ελάχιστοι πληρώσανε. Αυτοί που μας κατάντησαν επαίτες στο κατώφλι της Ευρώπης δεν έκατσαν ποτέ σε κανένα σκαμνί. Ε, και; Σιγά μωρέ, και τι έγινε;

Αυτό το «σιγά μωρέ, και τι έγινε;» μας βύθισε στον ύπνο. Αυτό το «σιγά μωρέ, και τι έγινε;» μας παρκάρισε σε φθαρμένες εμπριμέ πολυθρόνες. Ειδήσεις που μας κουνούσαν το δάχτυλο, δημοσιογράφοι που αποφάσιζαν πριν από μας για μας, πολιτικοί που ξέρουν «το καλό μας» καλύτερα από μας.

Κάναμε «θυσίες;» Τι λέτε, ρε μάγκες; Τι λέτε, γαμώτο το στανιό μου; «Θυσία» είναι αυτό που κάνεις ΟΙΚΕΙΟΘΕΛΩΣ, ζώον, ε ζώον! «Θυσία» είναι το σκατό μου παξιμάδι ΑΠΟ ΕΠΙΛΟΓΗ, ΟΧΙ ΜΕ ΤΟ ΠΙΣΤΟΛΙ ΣΤΟΝ ΚΡΟΤΑΦΟ! Μάθετε ελληνικά πρώτα και μετά ν’ ανοίγετε το στόμα σας. Ναι, εσείς. Ολοι εσείς που μας βυθίζετε στον τρόμο. Ενώ, στο μεταξύ, ξεμπροστιάζεστε ένας ένας. Πέφτει το προσωπείο της «εθνικής συναίνεσης» και προβάλλει το πρόσωπο του εμφυλιοπολεμικού μίσους.

Και αίφνης το «σιγά μωρέ, και τι έγινε;» σαν απόστημα έσπασε και τινάχτηκε το υγρό του. Ο κόσμος κουράστηκε να φοβάται. Μπορεί να μην ξέρει τι θα γίνει αύριο –ξέρει όμως τι έγινε χθες. Και ο φόβος γίνεται θυμός. Και κάποια κόμματα χίμηξαν πάνω του σαν τους γύπες, να αρπάξουν κομμάτια απ’ την σάρκα της λαϊκής οργής.

Ολοι γνωρίζουμε το χθες, αλλά όχι το αύριο. Ολοι γνωρίζουμε τις ερωτήσεις, αλλά όχι τις απαντήσεις –το πρόβλημα, αλλά όχι τη λύση του. Ισως οι φόβοι που ελλοχεύουν να είναι χειρότεροι από τους φόβους που ζήσαμε. Δεν ξέρω. Κανείς δεν ξέρει.

Ενα ξέρω. Ο καθένας από μας ψηφίζει ό,τι νομίζει, ό,τι πιστεύει, ό,τι κρίνει, ό,τι τον καλύπτει σε ιδεολογικό και ηθικό επίπεδο. Ο,τι ανταποκρίνεται στο δικό του αξιακό σύστημα.

Αρα: Ας σταθμίσουμε την ψήφο μας. Ας μη ρίξουμε «ό,τι να ‘ναι» στην κάλπη. Πρώτα σκεφτόμαστε, μετά βάζουμε το ψηφοδέλτιο στην κάλπη. Γιατί με την «αντίστροφη» λογική τα είδαμε τα χαΐρια μας. Γιατί με την «αντίστροφη» πρακτική η φθαρμένη εμπριμέ πολυθρόνα καραδοκεί. Γιατί εκεί ακριβώς ποντάρει: στο «σιγά μωρέ, και τι έγινε». Και κάποτε σ’ αυτή τη χώρα αυτό το «σιγά μωρέ, και τι έγινε;» πρέπει να το πετάξουμε από πάνω μας.

Μαζί με την πολυθρόνα.