Η τελευταία μονοκομματική κυβέρνηση ήταν εκείνη του Γιώργου Παπανδρέου: θριάμβευσε στις εκλογές του 2009, παρέδωσε στον Λουκά Παπαδήμο το 2011. Ενδιαμέσως, έβαλε την Ελλάδα στο Μνημόνιο.

Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου ήταν η τρίτη κυβέρνηση συνεργασίας από το ’74 και εντεύθεν, που προέκυψε ως αποτέλεσμα της κάλπης. Είχαν προηγηθεί η κυβέρνηση Τζαννετάκη και η «οικουμενική» κυβέρνηση Ζολώτα –αλλά και οι δύο ήταν βραχύβια, αναγκαστικά σχήματα εκείνης της ταραγμένης εποχής.

Ο μνημονιακός σεισμός χτύπησε με τσουνάμι το πολιτικό σκηνικό στις εκλογές του 2012 –καθιστώντας αναγκαστικές τις συνεργασίες. Οπως ο Αντ. Σαμαράς μετά τις κάλπες του 2009, έτσι και ο Αλέξης Τσίπρας το ’12 δεν θέλησε να εμπλακεί στις ευθύνες της διακυβέρνησης.

Ετσι, η Ιστορία επαναλαμβάνεται: ο ΣΥΡΙΖΑ του 2015 είναι η τελευταία ελληνική εφεδρεία. Και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μπορεί να φτάσει ακόμα και στην αυτοδυναμία.

Τη χρειάζεται όμως; Μπορεί να τη διαχειριστεί; Και τι θα συμβεί αν αποτύχει; Ποια είναι η εφεδρεία του αύριο; Αν αρχίσει κανείς να το σκέφτεται, θα βάλει τα κλάματα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να αναλάβει μόνος του την ευθύνη: μετά τις χθεσινές ανακοινώσεις του κ. Ντράγκι, οι επιλογές είναι δύο: Κούγκι ή κυβέρνηση συνεργασίας.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αγοράζει ελληνικά ομόλογα μόνον έπειτα από μια θετική αξιολόγηση της τρόικας –την οποία όμως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει ούτε να τη δει. «Θα αναλάβουμε πολιτικές πρωτοβουλίες σε υψηλότερο επίπεδο» δήλωνε λίγες ώρες νωρίτερα ο κ. Σταθάκης. Αρα;

Τι άρα; Κούγκι. Μια αυτοδύναμη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένη να μην αλλάξει γραμμή. Ομως –και παρά τα όσα πιστεύουν πολλοί –το ίδιο είναι και η κυρία Μέρκελ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Αντίθετα, μια κυβέρνηση συνεργασίας θα είχε πολύ μεγαλύτερη ευελιξία –με πολύ μικρότερο πολιτικό κόστος για τον κ. Τσίπρα.

Διότι από την Κυριακή το βράδυ η κλεψύδρα θα αρχίσει να αδειάζει.