Οι πενήντα αποχρώσεις της διαπραγματευτικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, όπως εύστοχα επεσήμανε πρόσφατα στη Βουλή ο Ευ. Βενιζέλος, μπορεί να κόστισαν εκατό χαμένες μέρες για τη χώρα, αλλά τουλάχιστον φαίνεται, προς το παρόν, να καταλήγουν στον μονόδρομο της άρσης των κόκκινων γραμμών για την επίτευξη της πολυπόθητης συμφωνίας. Ακόμα όμως και εάν επιτευχθεί συμφωνία, υπάρχει διάχυτη ανησυχία και έντονος προβληματισμός για το εάν ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να την υλοποιήσει, στον βαθμό που θα πρόκειται ουσιαστικά για ένα τρίτο Μνημόνιο με νέα μέτρα.

Ο προβληματισμός αυτός τροφοδοτείται ασφαλώς από την πολυφωνία, την ασάφεια, τις αντιφατικές και αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις που εκφράζουν τα στελέχη του. Εχει επίσης να κάνει με την απειρία, τα λάθη, τις ατυχείς επιλογές προσώπων. Πάνω απ’ όλα, όμως, σχετίζεται με το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί ενιαίο πολιτικό οργανισμό. Πρόκειται για τρία τουλάχιστον διακριτά πολιτικά μορφώματα, με αρκετές συνιστώσες και πολλές αποχρώσεις το καθένα, που η γρήγορη εκτίναξη λόγω της κρίσης από το 4% στο 36% αλλά και οι μεγάλες διαφορές που παρουσιάζουν μεταξύ τους δεν επέτρεψαν την ενοποίησή τους.

Ο Αλέξης Τσίπρας και οι «προεδρικοί» έχουν φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό και, παρά τις κρατικίστικες αγκυλώσεις και τις λαϊκίστικες πρακτικές, επιδιώκουν συμφωνία με τους δανειστές, όντας διατεθειμένοι να επωμιστούν, έστω και έμμεσα, μέσω δημοψηφίσματος ή εκλογών, το πολιτικό κόστος. Οι της αριστερής εσωκομματικής αντιπολίτευσης θέλουν τη ρήξη, φλερτάρουν με τη δραχμή και δεν θα διστάσουν να μας σπρώξουν στην καταστροφή στο όνομα της «αριστεροσύνης» και της «σοσιαλιστικής» προοπτικής. Υπάρχουν τέλος και στελέχη, προερχόμενα κυρίως από το ΠΑΣΟΚ, που καθορίζονται περισσότερο από προσωπικές στρατηγικές πολιτικής επιβίωσης παρά από συλλογικές στοχεύσεις.

Η ύπαρξη διαφορετικών ομάδων καθιστά επιτακτική τη διαφοροποίηση της ασκούμενης αντιπολίτευσης. Οι δίαυλοι συνεννόησης και κριτικής υποστήριξης πρέπει να είναι ανοιχτοί με τους πρώτους σε ό,τι αφορά την επίτευξη συμφωνίας με τους εταίρους αλλά και για τη δύσκολη υλοποίησή της στη συνέχεια, η αντιπαράθεση θα πρέπει να είναι ασυμβίβαστη με τους δεύτερους για την απομόνωσή τους, ενώ με τους τρίτους σε λίγες περιπτώσεις αξίζει κανείς να ασχοληθεί πολιτικά.

Μόνον έτσι οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας θα μπορούν να συμβάλουν στη διάσωση της χώρας, επιδιώκοντας την εθνική συνεννόηση για την έξοδο από την κρίση, αλλά και διατηρώντας την πολιτική αυτονομία τους απέναντι τόσο στη ΝΔ και τα μετωπικά «ευρωπαϊκά τόξα» όσο και στα σενάρια συμμετοχής σε νέα αδιέξοδα κυβερνητικά σχήματα με κορμό τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Γιάννης Τούντας είναι καθηγητής Ιατρικής, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της Πολιτείας 2012