Τον χειμώνα τούτο άμα τον πηδήσαμε…

(Σαββόπουλος)

Είναι εντυπωσιακό το πώς η κυβέρνηση κατόρθωσε να υποπέσει σε τόσα λάθη διαπραγμάτευσης σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Είναι πρωτοφανής η απομόνωσή μας από το σύνολο των κρατών της ευρωζώνης, η υπονόμευση της προοπτικής για έξοδο από τα Μνημόνια και η απώλεια αξιοπιστίας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικογένειας.

Εχω ζήσει πολλές και σκληρές συγκρούσεις στις Βρυξέλλες. Θυμάμαι τη θυμωμένη Θάτσερ να φωνάζει «δώστε πίσω τα λεφτά μου». Τον Ανδρέα Παπανδρέου να κατακεραυνώνει την τότε ΕΟΚ ως ιμπεριαλιστική δύναμη. Τον αυστριακό Σίσελ να αντιμετωπίζει την πολιτική καραντίνα της ΕΕ για τη συγκυβέρνηση με τον ξενοφοβικό Χάιντερ. Τον δεξιότατο Ούγγρο Ούρμπαν να καταπατά τη νομιμότητα με το ξήλωμα του κεντρικού τραπεζίτη και τον περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου.

Αλλά τέτοιο κακό δεν έχει ξανασυμβεί. Η κατάσταση στις Βρυξέλλες περιγράφεται με τη φράση: «ψηλά τα χέρια». Ενώ στο Eurogroup η έκπληξη γίνεται θυμηδία και η θυμηδία θυμός.

Προσπαθώντας να καταλάβω τα βασικά στοιχεία που αποτυπώνουν την εξέλιξη, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η άγνοια των κανόνων λειτουργίας των κοινοτικών οργάνων, η υιοθέτηση του γνωστού από το 2010 δόγματος Βαρουφάκη για απειλή πτώχευσης της χώρας ως εργαλείου – μπλόφας για τη διάσωση και η δημιουργική ασάφεια, που απεδείχθη ασάφεια άγνοιας των δεδομένων της οικονομίας μας και των κανόνων, υπονόμευσαν τη διαπραγματευτική ικανότητα της κυβέρνησης.

Κραυγαλέα σφάλματα: Η κυκλωτική κίνηση του Πρωθυπουργού, ο οποίος θεώρησε καλό να μεταδώσει το μήνυμα ότι απομονώνει τη Γερμανία επισκεπτόμενος επιδεικτικά τους «Ολαντρέου» του Νότου. Η διατύπωση ότι «δεν θέλουμε τα 7,5 δισ., αλλά θέλουμε κούρεμα του μεγαλύτερου μέρους του χρέους». Η επίκληση της νωπής εκλογικής νίκης, που δίνει την δυνατότητα στην Φινλανδία να λέει ότι αυτοί έχουν πιο νωπή εντολή, προτείνοντας πτώχευση εντός ευρώ της χώρας μας. Και τόσα άλλα…

Η κατάσταση αλλάζει ραγδαία στα κράτη – μέλη εις βάρος μας και θέτει σε κίνδυνο τη σύναψη τρίτου προγράμματος χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας μέσα στο καλοκαίρι.

Και ενώ στους θεσμούς αναρωτούνται αν η στρατηγική μας είναι στρατηγική ρήξης ή στρατηγική παραμονής, ίσως δεν μπορέσουν ποτέ να καταλάβουν ότι εμείς εδώ έχουμε μια πιο δυνατή στρατηγική: τη στρατηγική του καφενέ. Με γνωστά αποτελέσματα, από το Κυπριακό μέχρι το «σκίζουμε τα Μνημόνια».

Καλά ξεμπερδέματα.