Είναι κι αυτό ένα σύμπτωμα της πασοκοποίησης: σε ένα κόμμα που από μεγάλο γίνεται μικρό, οι τάσεις είναι πάντα φυγόκεντρες σε όλες τις φάσεις του –ακόμη και στη φάση της υποτιθέμενης ανασύνταξής του. Το ΠΑΣΟΚ έχει πάψει να είναι πια «μαντρί», σύμφωνα με τον ορισμό που έδινε στον όρο ο Αβέρωφ. Και είναι απίθανο η μετονομασία του να του δώσει χαρακτήρα ενότητας –θα είναι πάντα η διεύρυνσή του με περισσότερο υπαρκτά ή ανύπαρκτα κόμματα που θα υπονομεύει κάθε προσπάθεια.

Το σύμπτωμα όμως δεν απαγορεύει την καταστολή του. Μόνο που καταστέλλεται κάθε άλλο παρά εύκολα. Κάτι που σημαίνει ότι το Κίνημα Αλλαγής μπορεί να πάει στις εκλογές και να θυμίζει σκορποχώρι. Να πάει με τον Κύρκο να προβλέπει μέρα παρά μέρα τη διάλυσή του μέχρι να συμβεί το μοιραίο σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία, τον Ραγκούση να του ζητάει κάθε δευτερόλεπτο πιστοποιητικό αριστερών φρονημάτων και τη Γεννηματά να απαντά κάθε μέρα ότι όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η «χαμένη Αριστερά» που αναζητά ο Κύρκος, αλλά ως «λαϊκιστικό κόμμα με ολοκληρωτικού τύπου αντιλήψεις» δεν είναι καν Αριστερά.

Κανένα κόμμα εξουσίας δεν θα άντεχε την πολυτέλεια ενός τέτοιου μπρα ντε φερ ανάμεσα στην ηγεσία και τα στελέχη του. Αλλά το ΠΑΣΟΚ δεν είναι πια κόμμα εξουσίας. Αυτό του δίνει αντοχές. Δίνει την ευκαιρία και στη Γεννηματά να κάνει μικρότερες ή μεγαλύτερες επιδείξεις πυγμής απέναντι σε όσους είναι ή αισθάνονται ξένο σώμα στο κόμμα της. Η δοκιμασία από αυτήν την άποψη προσφέρεται για ασκήσεις στιβαρότητας. Κάτω από αυτό το πρίσμα, ακόμη κι αν δεν είχε τον Κύρκο και τον Ραγκούση, η Γεννηματά θα ‘πρεπε να τους εφεύρει.