Ο ξένος Τύπος είναι πολύ σκληρός με την καγκελάριο. Η Wall Street Journal την κατηγορεί ότι προκάλεσε το Brexit και συνέβαλε στην εκλογή αντισυστημικών και νατιβιστικών κομμάτων στην Τσεχική Δημοκρατία, την Ουγγαρία, τη Σλοβενία, την Ιταλία και την Αυστρία. Το Politico τής καταλογίζει ότι δίχασε την Ευρώπη.

Η κριτική αυτή βασίζεται σε δύο επιχειρήματα, ένα «δεξιό» και ένα «αριστερό». Ανοίγοντας το καλοκαίρι του 2015 την αγκαλιά της στους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που έφταναν στη Βόρεια Ευρώπη, η Ανγκελα Μέρκελ εξασφάλιζε τη συμπάθεια του Πάπα και τον τίτλο του «ανθρώπου της χρονιάς» από το ΤΙΜΕ, αλλά άνοιγε τον δρόμο στους λαϊκιστές. Επιβάλλοντας λιτότητα την περίοδο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, απέτρεψε ίσως μια μοιραία κρίση της ευρωζώνης, όξυνε όμως την οικονομική διαίρεση στο εσωτερικό της και προκάλεσε γενική δυσαρέσκεια για τη γερμανική ισχύ.

«Επιτέλους, εργαστείτε για την ενότητα της Ευρώπης, αντί για τη διαίρεσή της!» ξέσπασε την περασμένη εβδομάδα ο ανταποκριτής του καναλιού ARD. «Και ετοιμάστε τη διαδοχή σας στην καγκελαρία!».

Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι με τη γενναιοδωρία της απέναντι στους πρόσφυγες η Μέρκελ ήθελε να αρχίσει να χτίζει την πολιτική της κληρονομιά. Απαντώντας στην κριτική ότι είναι άτολμη και προχωράει πάντα με μικρά βήματα, προσπάθησε να δείξει ότι έχει όραμα. Αν είναι έτσι, η Ιστορία την ειρωνεύεται. Την τιμωρεί για τη μία και μοναδική φορά που είπε να ξεπεράσει τις αναστολές της. Και να δείξει περισσότερο μεσογειακό παρά προτεσταντικό ταμπεραμέντο.

Αυτή είναι η μία ειρωνεία. Η δεύτερη είναι ότι η Σιδηρά Κυρία της Γερμανίας αναγκάστηκε να ζητήσει βοήθεια από εκείνους που μέχρι τώρα επιτιμούσε για τον χαλαρό τρόπο που βλέπουν τη ζωή. Το όπλο της απέναντι στον αδίστακτο «σύμμαχό» της, τον βαυαρό τυχοδιώκτη Χορστ Ζεεχόφερ, ήταν οι συμφωνίες που υπέγραψε με την Ισπανία και την Ελλάδα. Και τα κατάφερε! Εκείνος απείλησε, εκβίασε, έστειλε τελεσίγραφα, παραιτήθηκε, ξεπαραιτήθηκε και τελικά έκανε πίσω. Ασήμαντος και θρασύδειλος πολιτικός.

Υπάρχουν δύο τρόποι να κριθεί ένας ηγέτης. Ο απόλυτος: τι πέτυχε, πού έσφαλε, πόσο μπροστά πήγε τη χώρα του, τι ευκαιρίες έχασε. Και ο σχετικός: πόσο ικανός, συνεπής, αποφασιστικός και έντιμος είναι σε σχέση με τους αντιπάλους του. Διανύοντας την τελευταία φάση της πολιτικής της σταδιοδρομίας, η «Μούτι» μπορεί να υπερηφανεύεται ότι ακολουθούσε πάντα τις αρχές της. Σε σχέση με πολιτικούς σαν τον Ζεεχόφερ, τον Σαλβίνι, τον Ορμπαν και τον Τραμπ, είναι πράγματι μια σύγχρονη Ζαν ντ’ Αρκ. Με απόλυτους όρους, όμως, κινδυνεύει να μείνει στην Ιστορία ως μια ανατολικογερμανίδα φυσικός που έβλεπε τις ευκαιρίες να περνούν. Και άργησε 13 χρόνια να ανακαλύψει την ταπεινοφροσύνη.

Αλλά αυτό το ‘χουν οι πολιτικοί.