Πριν από ένα περίπου έτος η κυβέρνηση έφερε το τελευταίο μεγάλο κύμα περικοπών δημοσιονομικού και διαρθρωτικού χαρακτήρα. Τα μέτρα αυτά που εξασφαλίζουν πλεονάσματα τουλάχιστον 3,5% έως το 2022 συνοδεύτηκαν με τα γνωστά αντίμετρα.

Τα εθελοντικά υπερπλεονάσματα που φτάνουν στο 5,2% και χρηματοδοτούν τα αντίμετρα αποτελούν μέρος μιας συνειδητής πολιτικής επιλογής και χρήζουν σχολιασμού.

Πρώτον, επιτυγχάνονται μέσα από την περιστολή του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και τις περικοπές κοινωνικών δαπανών, δηλαδή –σε αντίθεση με το δημοφιλές κυβερνητικό σύνθημα –«σκοτώνουν» την ανάπτυξη και τη δικαιοσύνη.

Δεύτερον, επιτρέπουν στην κυβέρνηση να υποστηρίξει ότι τα μέτρα είναι όλου του πολιτικού συστήματος και τα αντίμετρα αποκλειστικά δικά της.

Τρίτον, η δέσμευση της κυβέρνησης να εφαρμόσει όλες τις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές περικοπές παραμένει στο ακέραιο. Η συζήτηση για αναβολή των μειώσεων στις συντάξεις είναι ένα απλό επικοινωνιακό προπέτασμα καπνού.

Τέταρτον, η φορολογική αφαίμαξη των πολιτών επιτρέπει στην κυβέρνηση να στηρίξει με εκλογικά κριτήρια συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες.

Η χώρα βρίσκεται σε συμπληγάδες.

Από τη μια η εποπτεία, ενισχυμένη και συχνή, θα παρατείνει την πίεση συμμόρφωσης στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, με όπλο όχι πια τις δόσεις, αλλά τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.

Από την άλλη οι αγορές, όλο και πιο νευρικές, θα μας παρακολουθούν και θα πιέζουν για αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία προκειμένου να δανείζουν τη χώρα με λογικά επιτόκια.

Οι βαθμοί ελευθερίας που θα ανακτήσουμε μετά τον Αύγουστο θα είναι δώρον άδωρον αν στην Ελλάδα δεν υπάρξει ανάπτυξη, παραγωγή αλλά κυρίως όραμα.

Πώς μπορεί να γίνει αυτό;

– Με την άμεση μείωση των υπερπλεονασμάτων. Μείωση που θα διοχετευθεί στην αποκλιμάκωση των συντελεστών στο 20%, όπως έχουμε ήδη προτείνει με τους καθηγητές κ.κ. Χριστοδουλάκη και Νεκτάριο.

– Με τη δημιουργία ενός ψηφιακού Δημοσίου που θα είναι διαθέσιμο για κάθε πολίτη στο κινητό του.

– Με την εκπόνηση πενταετών στρατηγικών σχεδίων ανάπτυξης για την επίτευξη θεσμικής συνέχειας.

– Με την αύξηση των δημόσιων επενδύσεων.

– Με την περιστολή της γραφειοκρατίας στις κοινωνικές υπηρεσίες. Ενα καθολικό κοινωνικό κράτος χωρίς γραφειοκρατία αποτελεί εφικτό στόχο.

– Με την παροχή κινήτρων για την εγκατάσταση στελεχών, ερευνητών και νέων επιχειρηματιών στη χώρα ώστε το brain drain να γίνει brain gain.

Δυστυχώς, αν και έχουμε διανύσει σχεδόν την πρώτη εικοσαετία του 21ου αιώνα, η χώρα εξακολουθεί να ασχολείται ακόμη με ζητήματα του 20ού αιώνα.

Γι’ αυτόν τον λόγο οφείλουμε τους βαθμούς ελευθερίας που θα ανακτήσουμε έπειτα από αιματηρές θυσίες να τους διοχετεύσουμε ώστε η Ελλάδα να βγει κερδισμένη στο διεθνές περιβάλλον. Να κινηθεί στον αστερισμό της Ευρώπης και να συμβάλει όσο μπορεί στην «ευρωπαϊκή μεταπολίτευση».

Αυτό πρέπει να είναι το όραμα του 21ου αιώνα και γι’ αυτό πρέπει να συνδράμουμε όλοι, ο καθένας με τις δυνάμεις του.