Οι καλύτεροι φίλοι ενός δρομέα είναι τα γκάτζετ του. Εξυπνα ρολόγια, περικάρπια και βηματόμετρα κοστίζουν ακριβά για να μετρούν τα βήματα, την απόσταση, την ταχύτητα και τις θερμίδες που καίει, βοηθώντας τον να εντατικοποιήσει τις προπονήσεις του και να μελετήσει τις κούρσες. Νέες έρευνες, ωστόσο, φανερώνουν ότι οι φίλοι αυτοί ίσως να είναι διπρόσωποι, καθώς τα δεδομένα που συγκεντρώνουν συχνά δεν είναι ακριβή. Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι μετρήσεις τους δεν απέχουν πολύ από τις αντίστοιχες των φτηνών εφαρμογών που μπορούν να κατεβαστούν σε όλα τα κινητά τελευταίας τεχνολογίας.
Την επόμενη φορά λοιπόν που θα βγείτε για τρέξιμο, πριν ανατρέξετε στη μουσική που έχετε αποθηκεύσει στο κινητό σας για τον δρόμο, θυμηθείτε να ενεργοποιήσετε τους μετρητές φυσικής δραστηριότητας που όλες οι έξυπνες συσκευές έχουν πλέον ενσωματωμένες στο λογισμικό τους. Ναι, ναι, μπορεί να παίρνουν τη δουλειά του wristband που με πολύ κόπο και χρήμα αγοράσατε για να σας συντροφεύει στην πορεία σας και να κοσμεί τον καρπό σας με τα νούμερά του, αλλά έτσι θα είστε καλυμμένοι ως προς την ποιότητα των δεδομένων.

Βλέπετε, τα λάθη τους κοστίζουν. Σε θερμίδες, ενέργεια και διάθεση. Γιατί αν η συσκευή καταγράψει μεγαλύτερη απόσταση από αυτή που κάνατε στην πραγματικότητα, τότε υπάρχει περίπτωση να φάτε περισσότερο και να πάρετε κιλά χωρίς καλά καλά να το καταλάβετε. Αντίθετα, αν η ένδειξη των θερμίδων είναι μικρότερη από τον αρχικό στόχο σας, η φυσική σας αντίδραση θα είναι η απογοήτευση. Αν μάλιστα το πάρετε και πιο βαριά, ίσως τα βάλετε με τον εαυτό σας, πετάξετε τα παπούτσια του τρεξίματος μακριά, μαζί με το αγαπημένο σας wristband.

Η ώρα της κρίσης. Ως αντίδοτο σε όλη αυτή την ταλαιπωρία, ερευνητές από την αμερικανική Σχολή Ιατρικής Πάρελμαν και το Κέντρο για την Υγεία και τα Οικονομικά του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια προτείνουν τη χρήση έξυπνων κινητών, εφοδιασμένων με εφαρμογές που μετρούν βήματα και θερμίδες. Σε μελέτη τους που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Ιατρικής Ενωσης παρουσιάζουν τα παρόμοια αποτελέσματα που δείχνουν οι εξειδικευμένες συσκευές, γνωστές ως fitness trackers, με τις εφαρμογές των τηλεφώνων. Για τις ανάγκες της έρευνάς τους συγκέντρωσαν τρία wristbands (Fitbit Flex, Nike Fuelband, Jawbone UP24), βηματόμετρα, επιταχυνσιόμετρα, τέσσερις εφαρμογές για fitness σε iPhone και Android κινητά μαζί με 10 ξεχωριστές εφαρμογές τηλεφώνων που μετρούν βήματα και φυσική κατάσταση.
Στη συνέχεια τα μοίρασαν σε 14 εθελοντές, φορτώνοντας τον καθένα από αυτούς με ένα βηματόμετρο, δύο επιταχυνσιόμετρα, αρκετά wristbands και σε κάθε τσέπη τους από ένα κινητό όπου είχαν ενεργοποιηθεί τρεις εφαρμογές iPhone και μία Android. Μόλις οι εθελοντές άρχισαν να περπατούν με ρυθμό 5 χλμ./ώρα, ένας ερευνητής μετρούσε με το χέρι τα βήματά τους μέχρι να κάνουν 1.500. Η διαδικασία επαναλήφθηκε δύο φορές και στο τέλος οι ειδικοί συνέκριναν τα δεδομένα των συσκευών με τα αντίστοιχα των ερευνητών. Τα αποτελέσματα διέφεραν σημαντικά. Τα βηματόμετρα και τα επιταχυνσιόμετρα ήταν πιο ακριβή, τη στιγμή που κάποια wristbands έπεσαν έξω στα βήματα έως και κατά 20%. Ποσοστό πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με τις εφαρμογές κινητών. Το αποτέλεσμα της έρευνας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στους «New York Times» ο δρ Μίτσελ Σ. Πατέλ, αναπληρωτής καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια που επέβλεπε το πείραμα, είναι ότι τα έξυπνα κινητά μπορούν να προσφέρουν «έναν απλό, λιγότερο ακριβό αλλά αξιόπιστο» τρόπο για να καταγράφουν οι δρομείς τις επιδόσεις τους.

Σε παρόμοια αποτελέσματα κατέληξαν και ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Αϊοβα. Στην έρευνά τους που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ιατρική και επιστήμη στον αθλητισμό και την άθληση» του Αμερικανικού Κολεγίου Αθλητικής Ιατρικής, συμμετείχαν 60 εθελοντές, άνδρες και γυναίκες ηλικίας 18 έως 43 ετών, που φόρεσαν οκτώ διαφορετικά fitness trackers ενώ έκαναν 13 διαφορετικές δραστηριότητες, όπως γράψιμο στον υπολογιστή, παιχνίδι μπάσκετ, περπάτημα και τρέξιμο σε διαφορετικές ταχύτητες. Η απόκλιση στα δεδομένα τους κυμάνθηκε στο 10%-15% σε σχέση με την ακριβή καταγραφή των στοιχείων στο εργαστήριο.

Η χαριστική βολή. Η τρίτη και φαρμακερή έρευνα που επιβεβαίωσε τα προβλήματα στην ακρίβεια των fitness trackers ήρθε από το Αμερικανικό Συμβούλιο για την Αθληση και τη Λα Κρος Κλινική Ασκησης και Φυσιολογίας του Πανεπιστημίου του Γουισκόνσιν. Χρησιμοποιώντας πέντε διαφορετικές συσκευές (Fitbit Ultra, Nike+Fuelband, Jawbone UP24, Adidas MiCoach και BodyMedia Fit Care), έβαλαν 20 εθελοντές, άνδρες και γυναίκες 18 έως 44 ετών, να κάνουν δύο σετ ασκήσεων διάρκειας 50 λεπτών το καθένα, με το πρώτο να είναι τρέξιμο σε διάδρομο και το δεύτερο ασκήσεις σε ελλειπτικό, κινήσεις μπάσκετ και ανέβασμα σκαλιών. Προκειμένου να έχουν μέτρο σύγκρισης, κατέγραψαν τις κινήσεις των εθελοντών με έναν φορητό αναλυτή μεταβολικών αερίων και το βηματόμετρο NL-2000i. Στο τέλος διαπίστωσαν ότι τα fitness trackers υπολόγιζαν λάθος τις θερμίδες που έκαψαν οι συμμετέχοντες στην έρευνα και έπεσαν αρκετά έξω στον αριθμό των βημάτων με ασκήσεις που προϋποθέτουν την κίνηση των χεριών και του κορμού των εθελοντών.

Αλλού είναι το κίνητρο. Καλά όλα αυτά, σημειώνει ο δρ Πατέλ, όμως μέχρι στιγμής καμία από τις συσκευές δεν έχει αποδειχτεί ότι κινητοποιεί ανθρώπους που είναι απρόθυμοι να ασκηθούν, να ξεκινήσουν περπάτημα ή τρέξιμο. Τα βηματόμετρα τελευταία έχουν αποκτήσει μεγάλη δημοτικότητα. Ομως δεν έχει διαπιστωθεί ιδιαίτερη αύξηση στο πόσο οι άνθρωποι περπατούν. Γι’ αυτό, επόμενος στόχος των ειδικών είναι να δημιουργηθούν διάφορα κίνητρα ή «επιβραβεύσεις» που θα ενσωματωθούν στις συσκευές μας και στις εφαρμογές επόμενης γενιάς. Προς το παρόν, αν και είναι παρήγορο να ξέρουμε ότι τα κινητά μας μετρούν σωστά τη δραστηριότητά μας, δεν πρόκειται να δουλέψουν αν δεν κάνουμε εμείς το πρώτο βήμα και βγούμε στον δρόμο.