Στον Ημιμαραθώνιο της Αθήνας, στις 17 Μαρτίου, περισσότεροι από 25.000 έτρεξαν στο κέντρο της πρωτεύουσας, απολαμβάνοντας τη μεγάλη δρομική γιορτή της άνοιξης. Τι κι αν επαγγελματίες δρομείς τερμάτισαν, τι κι αν άλλοι έκαναν ρεκόρ αγώνα, τη δημοσιότητα έκλεψαν δύο κορίτσια, που ακόμα δεν συγκαταλέγονται στα «μεγάλα ονόματα» των δρόμων. Η 13χρονη Ηλιάνα Χατζηπαναγιώτη κέρδισε τη δεύτερη θέση στον αγώνα των 3.000 μ. με επίδοση 10.53, ενώ η 12χρονη συναθλήτριά της Γλυκερία Σκάρκου βγήκε τρίτη στον αγώνα δρόμου 5.000 μ. με επίδοση 19.52. Οι δύο νεαρές αθλήτριες του ΑΟ Παλαιού Φαλήρου με τις διακρίσεις τους, όχι μόνο έστρεψαν το ενδιαφέρον της εγχώριας δρομικής κοινότητας πάνω τους, αλλά –άθελά τους –επανέφεραν ένα ερώτημα που διχάζει τους ανθρώπους του χώρου: «Πόσο πρέπει να τρέχουν τα παιδιά;».

Εντός συνόρων μπορεί να βρει κανείς δεκάδες παιδιά να λαμβάνουν μέρος σε αγώνες, συνήθως παρέα με τους γονείς τους, απολαμβάνοντας το τρέξιμο αλλά και τη χαρά της συμμετοχής. Εκτός συνόρων, το φαινόμενο αυτό είναι ακόμα πιο εκτεταμένο, αφού από τις ομοσπονδίες διοργανώνονται αγώνες μεγάλων αποστάσεων για παιδιά από έξι χρόνων και άνω. Αν μάλιστα κοιτάξει κάποιος τα ρεκόρ των συγκεκριμένων αγώνων θα θαμπωθεί, αφού συναγωνίζονται τις επιδόσεις ενήλικων πεπειραμένων δρομέων.

«Τα παιδιά όταν τρέχουν ελεύθερα δεν δείχνουν να διατρέχουν κάποιον κίνδυνο. Το μεγάλο παράδειγμά μας σε αυτό το παίρνουμε από χώρες όπως η Κένυα ή η Αιθιοπία, όπου τα παιδιά για λόγους επιβίωσης έχουν το τρέξιμο στην καθημερινότητά τους. Για λόγους επιβίωσης, περπατούν έξι χλμ. για να πάνε σχολείο και στην υπόλοιπη ζωή τους έχουν έντονη φυσική δραστηριότητα. Δεν παίζουν με τα τάμπλετ όπως οι συνομήλικοί τους στην Ελλάδα, ούτε τα πάνε οι γονείς τους με το αυτοκίνητο σχολείο. Αυτά έχουν αναπτύξει έντονη την αεροβική τους ικανότητα», αναφέρει στο «Τρέχω» ο Παναγιώτης Χαραμής, προπονητής των αγωνιστικών κατηγοριών του ΑΟ Φαλήρου σε μεσαίες και μεγάλες αποστάσεις, και μέντορας των δύο κοριτσιών που διακρίθηκαν στα αγωνίσματα του Ημιμαραθωνίου.

Το προπονητικό πρόγραμμα που έχει βγάλει ο ίδιος για την Ηλιάνα και τη Γλυκερία περιλαμβάνει τέσσερις συναντήσεις την εβδομάδα, στις οποίες τα κορίτσια τρέχουν συνολικά 6 έως 8 χλμ. τη φορά σε όλες τις μορφές της άσκησης. Την Κυριακή, τα χιλιόμετρα αυξάνονται προοδευτικά σε 10, φροντίζοντας οι μικρές δρομείς να γυμνάζονται σε λογικά πλαίσια. Ο ίδιος δίνει βάση στα ελεύθερα τρεξίματα των παιδιών, ενώ φροντίζει να τους κάνει ασκήσεις που καλλιεργούν την ταχύτητα αντίδρασης και τα τεχνικά στοιχεία του τρεξίματος. Από την προπόνηση δεν λείπουν επίσης οι βασικές ασκήσεις με το βάρος του σώματος, χωρίς να εντάσσει βέβαια ασκήσεις δύναμης. «Ενα ταλαντούχο παιδί μπορεί να κάνει 30 με 34 χλμ. εβδομαδιαίως στην προπόνηση, ένας όγκος που δεν είναι μεγάλος αν τον συγκρίνεις με τα 150 χλμ. που βγάζει ένας επαγγελματίας δρομέας του Μαραθωνίου ή τα 100 που μπορεί να πλησιάσει ένας ερασιτέχνης», τονίζει ο ίδιος.

Αν και τα παιδιά από τη φύση τους είναι εξαιρετικά δραστήρια όντα, αυτό δεν σημαίνει πως είναι σε θέση να γίνονται δρομείς από πολύ νεαρή ηλικία. Λόγω του ενθουσιασμού τους και της έλλειψης δρομικών γνώσεων κινδυνεύουν να προκαλέσουν τραυματισμούς στα άκρα τους, ενώ το μυϊκό τους σύστημα δεν είναι ακόμα εξελιγμένο ώστε αν υποστηρίζει την κίνηση και να απορροφά τους κραδασμούς, όπως συμβαίνει με τους ενηλίκους. «Οτιδήποτε έχει να κάνει με αερόβια άσκηση είναι φιλικό για τα παιδιά. Πιο επιβαρυντικές για αυτά είναι οι μεσαίες αποστάσεις από 600 έως 1.500 μέτρα, αφού δεν είναι αναπτυγμένος ο μηχανισμός αναερόβιας διαδικασίας στον οργανισμό τους. Τα μικρά σπριντ είναι κατάλληλα για ένα παιδί ή το να τρέξει για παράδειγμα 3 χλμ., μιας και είναι πιο φυσιολογικό για την ανάπτυξή του εφόσον το θέλουμε ως αθλητή», υπογραμμίζει ο προπονητής.

Στη χώρα μας, στους αγώνες δημόσιων δρόμων, αν και το ηλιακό όριο είναι στο χέρι κάθε διοργανωτή, έχουν επικρατήσει τα 12 χρόνια ως κατώτατο όριο συμμετοχής. Παρ’ όλα αυτά, συχνά προβλέπονται ειδικοί παιδικοί αγώνες με αποστάσεις από 400 έως 1.000 μέτρα συνήθως. «Οι παιδικοί αγώνες μπαίνουν ολοένα και περισσότερο στο πρόγραμμα των μεγάλων διοργανώσεων και αυτό δείχνει ότι τελικά το τρέξιμο δεν είναι μόδα. Υπάρχει πραγματική ζήτηση και αυτό είναι ένα τρομερό έναυσμα για να βγουν έξω και να κάνουν κάτι πραγματικά καλό για τον εαυτό τους», λέει Γιώργος Δούσης, έμπειρος προπονητής και στέλεχος του Γραφείου Μαραθωνίου του ΣΕΓΑΣ. Ο ίδιος σημειώνει πως με παραδείγματα όπως των 5.000 μαθητών που συμμετέχουν κάθε χρόνο στους παιδικούς αγώνες του Αυθεντικού Μαραθωνίου, φυτεύεται στους μικρούς δρομείς ο σπόρος του τρεξίματος. «Δεν υπάρχει χρονομέτρηση και τα παιδιά τρέχουν για τη χαρά της συμμετοχής, για να προσελκύσουν και την ίδια την οικογένειά τους στον αθλητισμό, φροντίζοντας να μένουν εκτός ανταγωνισμού.

Παρ’ όλα αυτά, στους αγώνες των 3.000 μ. και των 5.000 μ. που διεξάγονται στο πλαίσιο του Ημιμαραθωνίου και του Μαραθωνίου της Αθήνας, το ηλιακό όριο είναι 12 έτη, ενώ για τον αγώνα των 10.000 μ. ο αντίστοιχος αριθμός ανεβαίνει στα 15 έτη. Αυξάνοντας τα χιλιόμετρα, αντίστοιχη πορεία ακολουθεί και το ηλιακό όριο όπου στον Ημιμαραθώνιο της Αθήνας διαμορφώνεται στα 18 έτη, ενώ στον Μαραθώνιο δεν επιτρέπεται η συμμετοχή σε άτομα κάτω των 19 ετών. Στις επίσημες αγωνιστικές κατηγορίες του στίβου προβλέπεται πρωτάθλημα για παιδιά από 12 ετών και άνω με μεικτό πολύαθλο πρόγραμμα, όπου τα παιδιά υποχρεούνται να κάνουν ένα σύνολο αγωνισμάτων για να μην υπάρχει εξειδίκευση και αναπτύσσεται ανταγωνισμός. Η αναμέτρηση στο τρέξιμο μπαίνει πια στις αγωνιστικές κατηγορίες άνω των 16-17 ετών. Στα διεθνή και τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα τα όρια τίθενται από τη διεθνή ομοσπονδία του στίβου IAAF, που έχει μεριμνήσει ώστε στα 3.000 μ. τα κατώτατα όρια των συμμετεχόντων για τα αγόρια να είναι 14-15 έτη, ενώ για τα κορίτσια 16-17 έτη. Στα 5.000 και τα 10.000 μ. επιτρέπεται η συμμετοχή σε αθλητές άνω των 18-19 χρόνων. Τα ίδια ηλικιακά όρια ισχύουν και για την κατηγορία του Ημιμαραθωνίου, αλλά όταν πρόκειται για Ημιμαραθώνιο μπαίνει αυστηρό κατώτατο όριο τα 20 με 22 έτη. Ολοι αυτοί οι περιορισμοί ίσως να δείχνουν τελικά και τον δρόμο προς τον οποίο πρέπει να κινηθούν τα παιδιά, μένοντας μακριά από επίπονες διαδρομές σαν του Μαραθωνίου.

«Σε κάποιες χώρες του εξωτερικού δεν υπάρχει κάποιος περιοριστικός όρος στη συμμετοχή των παιδιών σε αγωνίσματα όπως ο Μαραθώνιος, αλλά εγώ δεν θα το πρότεινα. Κάθε πράγμα στον καιρό του και η άσκηση να γίνεται μέσα σε λογικά πλαίσια. Συνιστούμε να το αποφεύγουν όλο αυτό για λόγους προστασίας της ανάπτυξης των παιδιών, φοβούμενοι ότι θα είναι κακό στην εξέλιξή τους. Η προπόνηση για τον Μαραθώνιο είναι ενεργοβόρα και επίπονη. Δεν θα έπρεπε λοιπόν να βάλουμε τα παιδιά σε αυτή τη διαδικασία, μιας και οι αποθήκες των γλυκογόνων τους δεν έχουν εφεδρείες και δεν έχουν μεγάλο πλήρως ανεπτυγμένο μυϊκό σύστημα», καταλήγει ο Παναγιώτης Χαραμής.